πάτρων (-ονας)

πάτρων (-ονας)
Ο προστάτης. Ο όρος καθιερώθηκε στη Ρώμη (patronus) και αναφέρεται στους προστάτες όσων δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα. Λεγόταν επίσης και για τους προστάτες ενός γένους ή των συμφερόντων επαρχίας ή συμμάχων στη ρωμαϊκή σύγκλητο και τις άλλες ρωμαϊκές αρχές. Το θηλυκό του π. ειναι πατρόνισσα και η ιδιότητα πατρονεία. Στη Ρώμη, ο δούλος που γινόταν ελεύθερος με τη συγκατάθεση του κυρίου του, δεν εθεωρείτο τέλειος πολίτης, γι’ αυτό και είχε την ανάγκη κάποιου προστάτη, του π. Οι σχέσεις τους ήταν παρόμοιες με εκείνες πατέρα και γιου. Παλαιότερα ο π. είχε το δικαίωμα να διαχειρίζεται την περιουσία του απελεύθερου, τον οποίο υποχρέωνε να τον ακολουθεί στον πόλεμο ως υπηρέτης και να καλλιεργεί τη γη του σε καιρό ειρήνης. Από τη μεριά του ο π. ήταν υποχρεωμένος όχι μόνο να προστατεύει τον απελεύθερο αλλά και να τον βοηθήσει να προικίσει τις κόρες του. Π. και απελεύθερος είχαν και κληρονομικό δεσμό, γιατί ο ένας κληρονομούσε τον άλλο. Απαγορευόταν επίσης η μεταξύ τους προσφυγή στα δικαστήρια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”